Τα αγγεία στην Κουτρουλού περιλάμβαναν κύπελλα, φιάλες και λεκανίδες, μαγειρικά, κλειστά δοχεία, ηθμούς, προχοϊκά δοχεία και τράπεζες προσφορών. Σε κάποια ζωγράφιζαν μοτίβα (πάνω σε επιφάνεια που είχε προετοιμαστεί με κάταλληλο επίχρισμα): συνήθως ερυθρά σχέδια γίονταν σε λευκό βάθος ή λευκά σε ερυθρό, όπως ήταν οι κοινές τάσεις της εποχής. Στα περισσότερα αγγεία, που δεν ήταν γραπτά, οι ποικίλες τεχνικές που εφαρμόζονταν για την παρασκευή, εφαρμογή και στίλβωση των ολόβαφων επιχρισμάτων είχαν σαν αποτέλεσμα (και στην Κουτρουλού όπως και σε όλους τους σύγχρονους οικισμούς) την παραγωγή ποικίλων χρωματισμών και αποχρώσεων μετά την όπτηση. Κυριαρχούσαν τα ερυθρά χρώματα, ωστόσο, με διάφορα ποσοστά καλύπτονται τα χρώματα σε όλο το εύρος από το πορτοκαλί και το ερυθρό έως το καστανό, το γκρίζο και το μαύρο. Παρότι αυτά τα χαρακτηριστικά κινούνται μέσα σε μια αισθητική που είναι κοινή σε όλη τη Θεσσαλία, μικρο-ιδιαιτερότητες σε επίπεδο αποχρώσεων ή υφής επισημαίνουν ότι υπήρχε και ένας τοπικός χαρακτήρας στην Κουτρουλού (όπως και σε όλους τους οικισμούς). Κάποια θραύσματα με διαφορετικά χαρακτηριστικά μαρτυρούν εισαγωγές στην Κουτρουλού από άλλες περιοχές της Θεσσαλίας. Με τη Μέση Νεολιθική της νότιας ηπειρωτικής Ελλάδας υπάρχει μικρή σχέση εισαγωγής ή επιρροής στην αισθητική της κεραμικής, παρόλα αυτά παρατηρούνται παράλληλες τεχνολογικές μεταβολές προς το τέλος της περιόδου αυτής και την αρχή της Νεότερης Νεολιθικής.
Η ποικιλία των χρωματισμών και των τεχνικών και τα μη καθαρά όρια μεταξύ τους αναιρούν την δυνατότητα αυστηρής ταξινόμησης της κεραμικής: η τυποποίηση δεν μπορεί να εκφράσει το πλήθος των παραλλαγών και των περιπτώσεων που υφίστανται στον οικισμό. Κυρίως αποδυναμώνει τη σημασία του γεγονότος ότι οι παραλλαγές αυτές δεν είναι απλώς τυχαία τεχνικά επιτεύγματα, αλλά σκόπιμες επιλογές των κεραμέων και αναθεωρούνται στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου, των ανταγωνισμών και των συσχετισμών που λαμβάνουν χώρα μεταξύ των μελών της νεολιθικής κοινότητας.
Εκτός της οικιακής χρήσης, η κεραμική αποκτά νόημα και ως κατάλοιπο. Καταχώνεται επί τόπου, γύρω από τα κτήρια, και γίνεται έδαφος που συμβάλει στην μορφοποίηση του γήλοφου και στην ανάδειξη του μεγέθους του που συμβολίζει την ιστορία και τη διάρκεια του οικισμού.
Ερευνητικό πρόγραμμα συνεργασίας της Βρετανικής Σχολής στην Αθήνα και του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού (2010 και εξής, Γ. Χαμηλάκης και Ν. Κυπαρίσση-Αποστολίκα) σε συνέχεια των αρχικών ανασκαφών του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού (2000-2009, Ν. Κυπαρίσση-Αποστολίκα). Η μελέτη της κεραμικής γίνεται από διεπιστημονική ομάδα την οποία αποτελούν οι Μ. Γεωργιάδης, Σ. Κατσαρού, Α. Πεντεδέκα, Μ. Ρούμπου.